Του ΘΑΝΑΣΗ ΒΑΦΕΙΑΔΗ *
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 23 Ιουνίου 2013
Οι ελληνικές απώλειες κατά τη διάρκεια της τριήμερης μάχης του Κιλκίς υπήρξαν βαρύτατες, γιατί η επίθεση διεξήχθη κατά μέτωπο και σε έδαφος εντελώς ακάλυπτο. Οι μεγαλύτερες απώλειες προήλθαν από τη δραστική βολή του βουλγαρικού πυροβολικού, το οποίο είχε ενισχυθεί από Αυστριακούς αξιωματικούς. Ενας ακόμη λόγος των μεγάλων απωλειών ήταν ότι ο ελληνικός στρατός δεν βρέθηκε απέναντι σε έναν αντίπαλο που εγκατέλειψε πρόωρα τον αγώνα, αλλά αντίθετα πολέμησε σθεναρά και υπερασπίσθηκε βήμα προς βήμα το έδαφος που κατείχε.
Οι πρώτες εκθέσεις που συντάχθηκαν μετά τη μάχη δεν μπόρεσαν να εκτιμήσουν ορθά το μέγεθος των ελληνικών απωλειών, το οποίο σχεδόν διπλασίαζαν. Ετσι σε τηλεγράφημα του Γενικού Στρατηγείου στις 22 Ιουνίου, όπου γινόταν ο πρώτος απολογισμός της μάχης, γραφόταν: «Αι απώλειαί μας ήσαν ανάλογοι προς το μέγεθος και την σφοδρότητα του τρομερού αγώνος.
»Ο ακριβής αριθμός δεν εγνώσθη εις το Γενικόν Στρατηγείον, κατά τα φαινόμενα όμως, δεν θα απέχη πολύ των 10 χιλιάδων νεκρών και τραυματιών. Η περιφανής αύτη νίκη των ελληνικών όπλων, εξηγοράσθη μεν διά πολλού αίματος, τ’ αποτέλεσμα αυτής είνε τοιαύτα, ώστε να επιδράσωσιν επί της όλης εκστρατείας και να εξασφαλίσωσι την ησυχίαν και ασφάλειαν της Χώρας». Οι πραγματικές απώλειες εκτιμήθηκαν αργότερα και ανήλθαν συνολικά σε 5.652 άνδρες εκτός μάχης, από τους οποίους 1.483 της ΙΙ Μεραρχίας, 773 της ΙΙΙ, 1.257 της IV, 2.123 της V και 16 της ταξιαρχίας ιππικού.
Πολύ μεγάλες ήταν και οι απώλειες των Βουλγάρων, όπως έγινε δυνατό να εκτιμηθεί από το πλήθος των νεκρών μέσα στα χαρακώματα και στο πεδίο της μάχης.
* Ερευνητής της τοπικής ιστορίας, τοπογράφος-μηχανικός. Συνέγραψε το δίτομο έργο «Το Χρονικό του Κιλκίς 1913-1940», Κιλκίς, 2013