RSS

Category Archives: Μικρασιατική Εκστρατεία

Ακυρη η καταδίκη των έξι!

  • ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΚΤΕΛΕΣΘΕΝΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ, ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥΣ
  • Της ΒΑΝΑΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ, Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Στην πλήρη ανατροπή της Ιστορίας οδηγεί η απόφαση του Αρείου Πάγου για τη δίκη των έξι, σχεδόν έναν αιώνα μετά τη διεξαγωγή της.

Η δίκη των έξι έγινε ενώπιον του Εκτακτου Στρατοδικείου το διάστημα από 31 Οκτωβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου 1922. Στη φωτογραφία, σε πρώτο πλάνο, οι κατηγορούμενοι

Η δίκη των έξι έγινε ενώπιον του Εκτακτου Στρατοδικείου το διάστημα από 31 Οκτωβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου 1922. Στη φωτογραφία, σε πρώτο πλάνο, οι κατηγορούμενοι

Οι ανώτατοι δικαστές ακύρωσαν την απόφαση του Εκτακτου Επαναστατικού Στρατοδικείου Αθηνών με την οποία καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν ως υπεύθυνοι της Μικρασιατικής Καταστροφής έξι πολιτικοί και στρατιωτικοί, και έπαυσαν την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής. Η ετυμηγορία τους κλείνει οριστικά ένα σκοτεινό κεφάλαιο της ταραγμένης πολιτικής περιόδου 1920-1922 με την ηθική αποκατάσταση των οικογενειών των καταδικασθέντων.

Το δικαστήριο έκανε δεκτή την αίτηση για επανάληψη τις ιστορικής δίκης των έξι που είχε υποβάλει ο Μ. Πρωτοπαπαδάκης, εγγονός του πρώην πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη, ο οποίος μαζί με τέσσερις κορυφαίους πολιτικούς και έναν αρχιστράτηγο καταδικάστηκαν για εσχάτη προδοσία και εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες στις 15 Νοεμβρίου 1922 στο Γουδή.

Οι δικαστές υιοθέτησαν την εισήγηση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ν. Τσάγκα αλλά και την απόφαση του Ζ’ τμήματος ΑΠ (ελήφθη με οριακή πλειοψηφία 3-2), υπέρ της αίτησης του Πρωτοπαπαδάκη. Σύμφωνα με την απόφασή τους (1675/2010), υπήρξαν νέα στοιχεία και αποδείξεις από τα οποία προκύπτει ότι οι έξι ήταν αθώοι και κατά συνέπεια πρέπει να παύσει η σε βάρος τους ποινική δίωξη. Επικαλούνται ένα τηλεγράφημα του Ελ. Βενιζέλου, με το οποίο ζητούσε να μη γίνει η εκτέλεση, μία ομιλία του στη Βουλή που έγινε αργότερα και μία επιστολή του, όπου υποστήριζε ότι οι καταδικασθέντες δεν ήταν προδότες.

Παράλληλα, ο Αρειος Πάγος απέρριψε τη δήλωση πολιτικής αγωγής που είχε κάνει η Ομοσπονδία Προσφυγικών Σωματείων Ελλάδος, υποστηρίζοντας ότι τυχόν αθώωση των καταδικασθέντων συνιστά ευθεία προσβολή της συλλογικής μνήμης όλων των απογόνων των Μικρασιατών προσφύγων, καθώς οι έξι προκάλεσαν τον ξεριζωμό του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας από τις πατρογονικές ρίζες του.

Η ιστορική ακροαματική διαδικασία έγινε ενώπιον Εκτακτου Στρατοδικείου το διάστημα 31 Οκτωβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου 1922. Στο εδώλιο κάθισαν, ύστερα από πόρισμα ανακριτικής επιτροπής υπό την προεδρία του υποστράτηγου Θεόδωρου Πάγκαλου, τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στην πολιτική ζωή την περίοδο 1920-1922. Η δίκη, που ολοκληρώθηκε ύστερα από 14 συνεδριάσεις, κατέληξε στην καταδίκη σε θάνατο των πρώην πρωθυπουργών της Ελλάδας Π. Πρωτοπαπαδάκη, Δ. Γούναρη, Ν. Στράτου, των υπουργών Γ. Μπαλτατζή, Ν. Θεοτόκη και του στρατηγού Γ. Χατζανέστη.

Το αίτημα για επανάληψη της δίκης, σύμφωνα με τον Μ. Πρωτοπαπαδάκη, είχε στόχο την ιστορική αποκατάσταση των θυμάτων, να αναγνωριστεί δηλαδή ότι δεν ήταν προδότες, δεν είχαν δόλο και ότι αδίκως εκτελέστηκαν. Τόσο ο πρώην αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γ. Ζορμπάς όσο και ο Μανώλης Γλέζος έχουν ταχθεί υπέρ της αποκατάστασης της τιμής και της αθωότητας του Π. Πρωτοπαπαδάκη και των συγκατηγορουμένων του. *

 

Δεν μπορούσε κανείς να προβλέψει σωστά

  • Του Γιωργου Θ. Μαυρογορδατου*, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 17/5/2009
  • Εκτός από την αέναη ανακύκλωση των ίδιων πάντα επιχειρημάτων, η ατέρμων συζήτηση σχετικά με τις ευθύνες του Ελευθερίου Βενιζέλου για τη Μικρασιατική Καταστροφή πάσχει εξαρχής από τον συνήθη ελληνοκεντρικό επαρχιωτισμό. Οπως όλα τα ζητήματα, έτσι και αυτό εξετάζεται αποκομμένο από τη γενικότερη διεθνή συγκυρία, σαν να επρόκειτο για ένα μικρόκοσμο όπου υπάρχει μόνο η Ελλάδα και οι σχέσεις της με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Πρόκειται, όμως, για ένα μέρος της συνολικής λύσης που επιχείρησαν να επιβάλουν οι νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μόνο μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούν να εξεταστούν και οι τυχόν ευθύνες του Βενιζέλου.

Τον Μάιο του 1919, ο Βενιζέλος μπορούσε βάσιμα να υπολογίζει ότι η Ελλάδα δεν θα αντιμετώπιζε ποτέ μόνη της ενδεχόμενη αντίσταση εκ μέρους των Τούρκων, αλλά μόνο σε σύμπραξη με τις νικήτριες Μεγάλες Δυνάμεις και, ιδίως, σε σύμπραξη με τη μεγάλη Αρμενία που επρόκειτο να δημιουργηθεί. Είναι χρήσιμη εδώ μία σύγκριση με την περίπτωση της Γερμανίας. Οπως ακριβώς και με τη Γερμανία, τα σχέδια των νικητών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου περιλάμβαναν τη διαρκή εξουδετέρωση της Τουρκίας ως στρατιωτικής απειλής που θα μπορούσε στο μέλλον να ανατρέψει τους όρους της συνθήκης ειρήνης.

Πέρα από τους γνωστούς περιορισμούς που επιβλήθηκαν από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών στον αριθμό και τον εξοπλισμό των δικών της ενόπλων δυνάμεων, η Γερμανία θα παρέμενε μόνιμα περικυκλωμένη από μία ακαταμάχητη συμμαχία τεσσάρων κρατών με επικεφαλής τη Γαλλία. Στο πλευρό της Γαλλίας, τον σιδερένιο κλοιό συμπλήρωναν η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία και το Βέλγιο. Και οι τρεις χώρες συνδύαζαν δύο καίρια χαρακτηριστικά: ιστορική έχθρα απέναντι στη Γερμανία και αξιόλογη στρατιωτική ισχύ (περιλαμβανομένης και πολεμικής βιομηχανίας).

Τον ίδιο ακριβώς ρόλο στην περίπτωση της Τουρκίας επρόκειτο να παίξουν δύο κράτη με ανάλογα χαρακτηριστικά: η μεγαλωμένη Ελλάδα από τα δυτικά και η νεοσύστατη μεγάλη Αρμενία από τα ανατολικά. Η κοινή έχθρα απέναντι στους Τούρκους και η ζωτική ανάγκη διαφύλαξης των κεκτημένων αποτελούσαν την καλύτερη εγγύηση μελλοντικής τους συνεργασίας. Γι’ αυτό, άλλωστε, ο Βενιζέλος συνιστούσε στους Ελληνες του Πόντου να ενταχθούν στην Αρμενία, αφού η Ελλάδα ήταν μακριά και αδυνατούσε να ενσωματώσει την περιοχή τους.

Επιπλέον, πέρα από τη συνδυασμένη πολεμική ισχύ Ελλάδας και Αρμενίας, υπήρχε και η προοπτική στρατιωτικής παρουσίας σε περιοχές της Μικράς Ασίας από δύο τουλάχιστον Μεγάλες Δυνάμεις (Γαλλία και Ιταλία). Τέλος, όπως και στην Κεντρική Ευρώπη, τη μονιμότητα όλων των ρυθμίσεων επρόκειτο να εξασφαλίζει η νεοπαγής Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ), με υπέρτατη εγγύηση τη συντριπτική ισχύ των ΗΠΑ.

Η σύγκριση είναι χρήσιμη σ’ ένα ακόμη ζήτημα. Η αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών δεν παραβιάστηκε μόνο στην περίπτωση της Τουρκίας, με την υπαγωγή τουρκικών πληθυσμών σε ξένη κυριαρχία. Στην Αυστρία, που τότε ακόμη αυτοπροσδιοριζόταν ως «γερμανική» (Republik Deutsch�sterreich), απαγορεύτηκε στο διηνεκές να ενωθεί με τους Γερμανούς αδελφούς της. Εξάλλου, η νεοσύστατη Τσεχοσλοβακία περιέλαβε τους γερμανικούς πληθυσμούς της Σουδητίας. Η αναγεννημένη Πολωνία, χάρη στις περιστασιακές στρατιωτικές επιτυχίες της στον πόλεμο με τη Σοβιετική Ρωσία το 1920-21, περιέλαβε τελικά ανατολικά εδάφη με συμπαγείς πληθυσμούς Λιθουανών, Λευκορώσων και Ουκρανών.

Οπως είναι γνωστό, αυτές οι κραυγαλέες παραβιάσεις της αρχής των εθνοτήτων άνοιξαν λογαριασμούς που επρόκειτο να πληρωθούν πανάκριβα είκοσι χρόνια αργότερα, οδηγώντας τελικά, μετά την κατάλυση της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας, στην έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με άμεσο διαμελισμό της Πολωνίας (και οριστικό ακρωτηριασμό της από τα εδάφη που είχε οικειοποιηθεί το 1921).

Οι συγκρίσεις αυτές οδηγούν σ’ ένα απροσδόκητο αλλά διαφωτιστικό συμπέρασμα. Αυτό ακριβώς που επεδίωξε ο Χίτλερ μετά το 1933 (με κοσμογονικές συνέπειες), ο Κεμάλ το είχε ήδη κατορθώσει δέκα χρόνια νωρίτερα: να ανατρέψει τους επαχθείς και άδικους όρους που είχαν υπαγορεύσει οι νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο έθνος του· έθνος μάλιστα ηττημένο με ευθύνη ενός αυτοκρατορικού καθεστώτος που δεν υπήρχε πια. Γι’ αυτό και η Τουρκία δεν είχε πλέον κανένα λόγο να πάρει μέρος στον επόμενο πόλεμο.

Στην οπτική αυτή, μπορούμε να επανεξετάσουμε με άλλο μάτι τις ευθύνες του Βενιζέλου. Δεν υπήρξε ούτε λιγότερο διορατικός ούτε περισσότερο απερίσκεπτος απ’ όλους τους άλλους ηγέτες, μεγάλους και μικρούς, Μεγάλων Δυνάμεων και μικρότερων χωρών, που συνδιαμόρφωσαν μια νέα τάξη πραγμάτων σε βάρος των ηττημένων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πιστεύοντας ότι αυτή θα έχει διάρκεια και αντοχή.

Ποιος μπορούσε τάχα να προβλέψει τον Ιούνιο του 1919, όταν υπογραφόταν η Συνθήκη των Βερσαλλιών, τη σωματική και ψυχική κατάρρευση του Αμερικανού προέδρου Ουίλσον έπειτα από λίγους μήνες και τη συνακόλουθη αποτυχία του να εξασφαλίσει την έγκριση της Συνθήκης από τη Γερουσία με την απαιτούμενη πλειοψηφία (2/3 των παρόντων); Η αποτυχία αυτή σήμανε την αναπάντεχη επιστροφή των ΗΠΑ στον απομονωτισμό και στέρησε τα κατ’ εξοχήν δημιουργήματα του Ουίλσον από το ισχυρότερο έρεισμά τους. Ανάμεσά τους η ΚτΕ αλλά και η Αρμενία, που αφέθηκε σχεδόν αβοήθητη να διαμελιστεί μεταξύ Τουρκίας και Σοβιετικής Ενωσης, ελάχιστους μήνες μετά τη δημιουργία της στο χαρτί της Συνθήκης των Σεβρών. Ετσι, όμως, έλειψε και η φυσική σύμμαχος της Ελλάδας, τερματίζοντας την περικύκλωση της Τουρκίας.

Ο Βενιζέλος, ασφαλώς, δεν μπορούσε να προβλέψει τόσο ραγδαίες ανατροπές. Αλλο ήταν το μεγάλο λάθος του. Η προσήλωση στη Σμύρνη υπήρξε εξαρχής άστοχη, τόσο από στρατιωτική όσο και από οικονομική άποψη. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

* Ο κ. Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

Οι δεσμεύσεις του Βενιζέλου στη Μ. Ασία

  • Του Αντωνη Καρκαγιαννη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 17/5/2009
  • Να αποσαφηνίσουμε μερικά πράγματα. Οταν γράψαμε για λάθη και ευθύνες του Ελευθερίου Βενιζέλου, εννοούσαμε τα λάθη και τις ευθύνες του σχετικά με τη Μικρασιατική Εκστρατεία και την Καταστροφή. Οχι γιατί αποκλείονται άλλα λάθη και άλλες ευθύνες, αλλά δεν ήταν αυτό το θέμα μας. Το γράφουμε γιατί οι αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν αναφέρονταν στη γενική πολιτική παρουσία του Ελ. Βενιζέλου και στο έργο που άφησε. Μας ενδιαφέρει μόνο η Μικρασιατική Εκστρατεία και καταστροφή.

Μιλήσαμε για «μοιραία λάθη» στα οποία περιέπεσε από ένα μείγμα ιδεών, πολιτικών αναγκών, δεσμεύσεων έναντι των δυτικών «συμμάχων» και προσωπικών φιλοδοξιών, ίσως και οίησης. Η κυρίαρχη ιδέα και μοναδική πηγή πατριωτισμού και κίνητρο εθνικής δράσης ήταν η εδραίωση μεγάλου και ισχυρού ελληνικού κράτους που να περιλαμβάνει τις δύο όχθες του Αιγαίου, περίπου στα όρια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, με αναφορές ακόμη και στα όρια του Αρχαίου Κόσμου. Εκφραζόταν με το σύνθημα για μια «Ελλάδα των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων», που σήμερα το ακούμε με μελαγχολία, αλλά και σαρκασμό. Μπροστά σ’ αυτήν την ιδέα υποχωρούσαν όλες οι άλλες: η οργάνωση του ελληνικού εθνικού κράτους, η ευνομία του, η καλή διοίκηση, η ευημερία του λαού, ο πνευματικός του προσανατολισμός και η ανάπτυξή του.

Η ιδέα αυτή ήταν τόσο κυρίαρχη ώστε οποιαδήποτε απομάκρυνση από αυτήν να θεωρείται προδοσία με μεγάλο πολιτικό κόστος έναντι των πολιτικών αντιπάλων. Ηταν ακριβώς αυτή η ανάγκη που οδήγησε τους αντιπάλους του Ελ. Βενιζέλου να εγκαταλείψουν την κριτική τους και να συνεχίσουν την Εκστρατεία που εκείνος άρχισε, με τους ίδιους όρους, μέχρι την τελική Καταστροφή. Με αυτές τις ιδέες και με αυτούς τους όρους πολιτικής αντιπαράθεσης διαμορφώθηκαν και οι προσωπικές φιλοδοξίες του Ελ. Βενιζέλου αλλά και η οίηση που άφησε να καλλιεργηθεί μέσα του μετά τις επιτυχίες των δύο βαλκανικών πολέμων και τη συμπαράταξη με τους «νικητές» του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Οταν αναφερόμαστε σε πιθανές δεσμεύσεις έναντι των τριών «Συμμάχων» δεν εννοούμε κάποια συνωμοσία. Εννοούμε απλώς την ποικίλη δέσμευση, ηθική και υλική, που διαμορφώνεται από τον «συνεταιρισμό» ενός πολύ μικρού και αδύναμου εταίρου με τρεις πολύ μεγάλους και πολύ ισχυρούς, τους ισχυρότερους του τότε κόσμου, και επιπλέον «νικητές» μιας παγκόσμιας σύγκρουσης που ζητούσαν να αποζημιωθούν για το αίμα εκατομμυρίων θυμάτων τους. Είναι πολύ χαρακτηριστική η ευκολία με την οποία ο Ελ. Βενιζέλος δέχθηκε την «εντολή» των Τριών να αποβιβάσει στρατεύματα στη Σμύρνη, χωρίς να αποσαφηνίσει τους σκοπούς και τα όρια, αν επρόκειτο για στήριξη των ελληνικών πληθυσμών που υφίσταντο διωγμούς από το τουρκικό κράτος ή αν για επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας. Προπαντός δεν φρόντισε να εξασφαλίσει συνεχή ροή υλικών μέσων και διπλωματικών εγγυήσεων για την Εκστρατεία.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μετά την Καταστροφή πολλές φορές και με ποικίλους τρόπους, διακήρυξε: Αυτό που έχουμε είναι το εθνικό μας κράτος, αυτά είναι τα όριά του, αυτή είναι η πηγή και το αντικείμενο του πατριωτισμού μας. Να το υπερασπιζόμαστε με όλα τα μέσα, να το φροντίζουμε και να το νοικοκυρεύουμε ώστε τα εθνικά μας όνειρα να ταυτίζονται με την ευημερία και την πρόοδο του λαού. Αυτό είναι το πεπρωμένο μας… Αυτές οι σκέψεις τον οδήγησαν στην προσέγγιση με τον Μουσταφά Κεμάλ και την Τουρκία που τότε έμπαινε σ’ έναν παράλληλο δρόμο. Αν οι σκέψεις αυτές κυριαρχούσαν το 1919 ποτέ δεν θα αποτολμούσε μια τέτοια εκστρατεία.

Διατυπώνεται η άποψη ότι αν ο Ελ. Βενιζέλος παρέμενε στην εξουσία και μετά τον Νοέμβριο του 1920 διαφορετικά θα διαχειριζόταν την Εκστρατεία και διαφορετικό θα ήταν το αποτέλεσμα. Είναι πολύ πιθανό. Οι διάδοχοί του υπό την καθοδήγηση του βασιλιά Κωνσταντίνου υπήρξαν πραγματικά τραγικοί σε ανικανότητα. Ομως, και σήμερα ακόμα αν ρίξουμε μια ματιά στον χάρτη, αβίαστα θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι καμιά δύναμη δεν θα μπορούσε να στερήσει το τουρκικό έθνος από τα παράλιά του και να το απωθήσει στην ασιατική ενδοχώρα. Η επέκταση της εθνικής κυριαρχίας, που ονομάσθηκε και «αλυτρωτισμός», έχει φυσικά όρια, τον εθνικισμό των άλλων…

 

90 χρόνια από την απόβαση στη Σμύρνη

  • Ελληνες στρατιώτες στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919. Η απόφαση του Ελευθερίου Βενιζέλου να στείλει στρατό στη Μικρά Ασία ακόμη διχάζει. Ικανοποιούσε μεν τις συμμαχικές ανάγκες, και εκπλήρωνε τη Μεγάλη ιδέα, αλλά κατέληξε στη μικρασιατική καταστροφή.

Η καμπή της Μικρασιατικής Καταστροφής

  • Οι ευθύνες της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας και οι δυνατότητες ελιγμών στο διεθνές περιβάλλον της εποχής

Η Μικρασιατική Εκστρατεία, και η συνακόλουθη Kαταστροφή, υπήρξε ένα κομβικό σημείο στην ελληνική Iστορία. Κομβικό όχι μόνο γιατί τελείωσε μία δεκαετία συνεχών πολέμων του μικρού Ελληνικού Κράτους κατά της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (πρωτίστως), αλλά γιατί έσβησε το βασικό ιδεολογικό δόγμα του ελληνισμού, που ήθελε την Ελλάδα των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη.

Πριν από 90 χρόνια, ο ελληνικός στρατός αναλαμβάνει την αποστολή της νικήτριας συμμαχίας του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου να αποβιβάσει στρατό στη Σμύρνη για να επιβάλει την τάξη σ’ ένα μέρος της αυτοκρατορίας που σάπιζε και να προστατεύσει τους χριστιανικούς πληθυσμούς από ορδές άτακτων τουρκικών στρατευμάτων. Να σημειώσουμε ότι τα ελληνικά στρατεύματα δεν ήταν τα μόνα στα εδάφη που ήταν κάποτε Οθωμανική Αυτοκρατορία. Συμμαχικά στρατεύματα βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη, στην Αττάλεια, σε όλα τα παράλια της Μικράς Ασίας. Το σχέδιο των Μεγάλων Δυνάμεων ήταν αντίστοιχο με εκείνο κατά της Γερμανίας. Το ξεδόντιασμα μιας επικίνδυνης εχθρικής δύναμης. Κι αυτή την ευκαιρία άδραξε ο Ελευθέριος Βενιζέλος να στείλει στρατεύματα στην περιοχή.

Σήμερα δεν ξέρουμε τι πιθανότητες επιτυχίας θα είχε το σχέδιο του Βενιζέλου, ο οποίος ανατράπηκε στις εκλογές του 1920. Μια νέα κυβέρνηση εξελέγη με το σύνθημα της επιστροφής των ελληνικών στρατευμάτων, αλλά αποφάσισε την εξάπλωσή τους προς Ανατολάς. Οι σύμμαχοι απέσυραν την εμπιστοσύνη τους στην Ελλάδα, οι Μπολσεβίκοι ενίσχυαν τους «αντι-ιμπεριαλιστές» του Κεμάλ και η Αμερική ξαναγύρισε στον απομονωτισμό. Η καταστροφή ήταν θέμα χρόνου…

Τα ερωτήματα όμως παραμένουν. Επρεπε η Ελλάδα να πάρει το ρίσκο μιας εκστρατείας που έκρυβε πολλούς κινδύνους; Υπήρχε τρόπος για έναν πολιτικό, ο οποίος κυριολεκτικά έσυρε την χώρα του στον Παγκόσμιο Πόλεμο, να αρνηθεί κατόπιν τα εδάφη που οι νικητές μοίρασαν (έστω με το πρόσχημα της αστυνόμευσης), όταν μάλιστα αυτά αποτελούσαν μέρος της κοινής για όλες τις πολιτικές δυνάμεις Μεγάλης Ιδέας; Υπήρχε τρόπος να κρατηθούν τα εδάφη χωρίς την εκστρατεία στην Ανατολία;

Η συζήτηση συνεχίζεται…