RSS

Category Archives: Κίνα

60 χρόνια ακατανόητων μεταρρυθμίσεων

  • Από την επιτυχημένη επανάσταση, στα αποτυχημένα χρόνια του Μάο Τσε Τουνγκ, στην αναπτυξιακή ορμή του Ντενγκ Χσιάο Πινγκ και στη σημερινή άλωση της χώρας από την πλουτοκρατική ελίτ

  • Του JΕΑΝ-LUC DΟΜΕΝΑCΗ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009

Υπάρχουν εξαιρετικές μελέτες που εξηγούν γιατί η καταστροφή που έσπειραν στην Κίνα οι πόλεμοι του οπίου, έθεσε σε κίνηση μια τραγική διαδικασία από την οποία το κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα βγήκε νικητής το 1949. Αντιθέτως, τα 60 χρόνια που έχουν περάσει από τότε είναι πολύ πιο δύσκολο να εξηγηθούν και να γίνουν κατανοητά. Μας φαίνεται δυσνόητο, κατ΄ αρχάς, το ότι περιλαμβάνουν δύο φάσεις τόσο διαφορετικές μεταξύ τους όσο τα «χρόνια του Μάο Τσε Τουνγκ» (1949-1976) και η περίοδος της προτεραιότητας στην οικονομική ανάπτυξη που εισήγαγε στη συνέχεια ο Ντενγκ Χσιάο Πινγκ. Η πρώτη φάση χαρακτηρίστηκε από την τρομερή προσπάθεια για ολοκληρωτική μεταρρύθμιση και η δεύτερη από μια αναπτυξιακή ορμή σκληρή αλλά αποτελεσματική.

Το πρώτο πρόβλημα είναι η τρομερή αποτυχία του Μάο μετά το 1949. Οι περιστάσεις λειτουργούσαν υπέρ της νέας εξουσίας: στο εσωτερικό όλες οι προηγούμενες επιλογές είχαν χάσει κάθε αξιοπιστία και ο λαός ήταν έτοιμος να δείξει εμπιστοσύνη, και στο εξωτερικό υπήρχε η σοβιετική προστασία. Επί αρκετό καιρό, η εξήγηση που δινόταν ήταν η αλληλουχία γεγονότων τα οποία προκλήθηκαν από τις εσωτερικές αλλαγές (αύξηση των δυσκολιών) και τις εξωτερικές (αποσταλινοποίηση) ανάμεσα σε μια περίοδο λίγο-πολύ «λογική» ως το 1955 (το Πρώτο Αλμα προς τα Εμπρός) ή το 1958 (το Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός) και μια περίοδο όλο και πιο έξαλλη που ολοκληρώθηκε με την αποτυχία της Πολιτιστικής Επανάστασης.

Νέες πηγές που μεταδίδονται με το σταγονόμετρο στην Κίνα, τις τελευταίες δεκαετίες, δίνουν μιαν άλλη εξήγηση: ότι η νίκη του 1949 δεν μείωσε αλλά ενέτεινε τον ανταγωνισμό για την εξουσία στην κορυφή του ΚΚΚ. Γι΄ αυτό αφότου η ανοικοδόμηση φάνηκε να μπαίνει σε καλό δρόμο, το 1952-1953, ο Μάο άρχισε τους ελιγμούς για να εδραιώσει την κυριαρχία του. Οι πολιτικές κρίσεις που προκάλεσε- από την υπόθεση Γκάο Γκανγκ (1953-1954) ως το Πρώτο Αλμα προς τα Εμπρός (1955-1956), το Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός (1958-1962), τη δήθεν Πολιτιστική Επανάσταση (1966-1971) και, τέλος, ως τις τελευταίες διαμάχες για τη διαδοχή (1971-1976)- δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να μεγαλώσουν το χάσμα ανάμεσα σε έναν μηχανισμό όλο και πιο «λογικό» αλλά φοβισμένο και διχασμένο, και έναν δυνάστη με όλο και μεγαλύτερη μονομανία με τα παραληρήματά του. Δεν είχε καμία σημασία το γεγονός ότιο πληθυσμός αυξήθηκε κατά σχεδόν 300 εκατομμύρια παρά τα τρομερά πλήγματα από την καταπίεση και την πείνα, το ότι ο λαός παρέμεινε πολύ φτωχός στο σύνολό του και ότι η Κίνα στην πορεία κινδύνευσε να δεχθεί πυρηνική επίθεση πρώτα από τις ΗΠΑ και κατόπιν από τη Σοβιετική Ενωση. Το μόνο που μετρούσε όλο και περισσότερο ήταν ο πυρετώδης αγώνας που διεξήγαγε ο «πρόεδρος Μάο» εναντίον της προδοσίας. Η καθημερινότητα της Κίνας ήταν εφιαλτική.

Η πρώτη αυτή περίοδος θα μείνει, χωρίς αμφιβολία, ως μία από τις χειρότερες στην κινεζική ιστορία. Πώς μπόρεσε λοιπόν να αφήσει τη θέση της στη νέα εποχή που εισήγαγε ο Ντενγκ το 1979; Διότι όσο και αν υπήρξε συνέχεια στο λεξιλόγιο, στην οργάνωση της εξουσίας και στην καταπίεση, μια άλλη Κίνα έκανε την εμφάνισή της τις τρεις επόμενες δεκαετίες: μια χώρα που έχει υποδουλωθεί στην ελίτ της, αλλά της οποίας ο λαός ζει όλο και καλύτερα, έχοντας το δικαίωμα να ονειρευτεί την ευτυχία.

Από έναν γραφειοκρατικό ολοκληρωτισμό, η Κίνα πέρασε σε έναν «πλουτογραφειοκρατικό» αυταρχισμό με όλο και πιο εθνικιστικές αποχρώσεις. Πολύ απέχει ακόμη από την πολιτισμένη κοινωνία την οποία οραματίζονται οι λίγοι αντιφρονούντες που βρίσκονται υπό διωγμόν, αλλά είναι πολύ καλύτερα από το παρελθόν και αυτό αφήνει περιθώρια για ελπίδα.

Αυτό το Αλμα προς τα Εμπρός μοιάζει τόσο παράδοξο ώστε μερικοί παρατηρητές επιμένουν να το αρνούνται. Γι΄ αυτό μετά την πάταξη της εξέγερσης στο Θιβέτ την άνοιξη του 2008 εξαπολύθηκαν πολλές υπερβολικές κατηγορίες κατά του κινεζικού «ολοκληρωτισμού». Το λάθος τους ήταν ότι αγνόησαν την αναμφισβήτητη πρόοδο, θεωρώντας ότι η μόνη αλλαγή θα μπορούσε να ήταν η διοργάνωση απολύτως ελεύθερων εκλογών στις οποίες θα συμμετείχαν πραγματικά κόμματα.

Οι κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις που ακολούθησαν τον θάνατο του Μάο, τον Σεπτέμβριο του 1976, δεν επισκίασαν ποτέ τον αρχικό μηχανισμό αυτής της αλλαγής: οι πρώην σύντροφοι του Μάο και τελικά το σύνολο των οργάνων του ΚΚΚ που συντάχθηκε πίσω τους είναι εκείνοι που ίδρυσαν ένα νέο καθεστώς προσανατολισμένο προς τον οικονομικό εκσυγχρονισμό.

Το παράδοξο είναι μόνο φαινομενικό διότι ο Μάο τούς είχε εκκαθαρίσει ή απομακρύνει στη διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης για λάθη που δεν οφείλονταν στις πολιτικές πεποιθήσεις και πρακτικές τους, αλλά στην υποτιθέμενη ή πραγματική στάση τους απέναντι στον Μεγάλο Τιμονιέρη και τα νεφελώδη σχέδιά του. Αυτοί ήθελαν να εδραιώσουν το καθεστώς για να ενισχύσουν το κράτος-κόμμα και όχι να το αλλάξουν: δεν ετίθετο λοιπόν καθόλου ζήτημα επανάστασης ούτε καν ελεγχόμενης μετάβασης. Το μέσον για την εδραίωση αυτή ήταν η επανάκτηση της λαϊκής εμπιστοσύνης μέσω της εισαγωγής μιας πραγματικής διαδικασίας οικονομικής ανάπτυξης. Ο δρόμος ήταν νέος, τα βήματα των μεν και των δε διστακτικά, άρα τα ατυχήματα αναπόφευκτα. Εκείνο την άνοιξη του 1989 παρά λίγο να συμπαρασύρει το καθεστώς, όταν οι φοιτητές με την υποστήριξη των κατοίκων του Πεκίνου τέθηκαν υπέρ ενός δημοκρατικού ιδεώδους δυτικού τύπου. Η πρόκληση ήταν μεγάλη: η παλαιά φρουρά πήρε το ρίσκο να πατάξει τους εξεγερμένους μπροστά στις τηλεοράσεις ολόκληρου του κόσμου. Δεν αρκέστηκε όμως σε αυτό. Μόλις εδραιώθηκε η εξουσία τους, οι κινέζοι κυβερνώντες αποφάσισαν να επισπεύσουν την κίνηση προς τα εμπρός χάρη σε ένα τολμηρό μέτρο: την πλήρη ένταξη στο εμπορικό δίκτυο της παγκοσμιοποίησης, που κατέληξε το 2001 στην είσοδο της Κίνας το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

  • Η πιο δύσκολη και πιο περίπλοκη περίοδος

ΠΟΛΛΟΙεκτιμούν σήμερα ότι το μοντέλο της πλήρης ένταξης στο εμπορικό δίκτυο της παγκοσμιοποίσης, απειλείται. Βασίζεται στην αυταρχική απαίτηση για εργασία από έναν πληθυσμό νέο σε ηλικία και πειθαρχημένο που παρέχει πλεονεκτήματα ανταγωνιστικότητας σε ένα δυναμικό εξαγωγικό μηχανισμό. Οι παράγοντες αυτοί αποδυναμώνονταν ήδη και πριν από την παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία ενέτεινε τη μείωση της ανταγωνιστικότητας των εξαγωγών και την ανεπαρκή θέση που έχει η κατανάλωση εντός της κινεζικής οικονομίας.

Οι Αρχές το έχουν καταλάβει και δηλώνουν την πρόθεσή τους να επενδύσουν σε μια οικονομία πιο τεχνολογική και πιο πράσινη και να αναπτύξουν κοινωνικές πολιτικές που θα ενισχύσουν την κατανάλωση. Ωστόσο είναι δέσμιες δύο πολύ σοβαρών κληρονομιών: Η πρώτη αφορά την επιρροή των απογόνων των μεγάλων παλαιών στελεχών στην κορυφή της ιεραρχίας και στη βάση, το βάρος των επαρχιώτικων γραφειοκρατιών που κληρονομήθηκαν από το σοβιετικο-μαοϊκό σύστημα και μειώνουν αισθητά την αποτελεσματικότητα της κάθε ντιρεκτίβας από το κέντρο. Η δεύτερη αφορά την «πλουτοκρατοποίηση» και των μεν και των δε, τα τελευταία χρόνια, η οποία τους καθιστά ισχυρούς υποστηρικτές των εξαγωγικών επιχειρήσεων.

Οι αντιστάσεις αυτές υπονομεύουν την εξουσία του κράτους και φρενάρουν τις όλο και πιο αναγκαίες δημόσιες πολιτικές, πράγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε έντονες αναταράξεις. Δεν αποκλείεται η ιστορία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας να προσανατολιστεί σιγά σιγά προς μια νέα, πιο δύσκολη και πιο περίπλοκη περίοδο.

  • Ο κ. Jean-Luc Domenach είναι διευθυντής ερευνών στο CΕRΙ-Sciences Ρo στο Παρίσι.
 
Leave a comment

Posted by on October 11, 2009 in Κίνα