RSS

Category Archives: Στάλινγκραντ

Η μάχη του Στάλινγκραντ

[ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 26/2/2012].

Στις 2 Φλεβάρη του 1943, ολοκληρώθηκε η μάχη του Στάλινγκραντ, την οποία, ο ηγέτης της Σοβιετικής Ενωσης, Ι. Β. Στάλιν, χαρακτήρισε ως «τη μεγαλύτερη στην ιστορία των πολέμων». Το Στάλινγκραντ, δεν ήταν απλά μια ακόμη μάχη στο θέατρο του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Δεν ήταν καν μια από τις κρίσιμες μάχες. Ηταν η μάχη εκείνη που έκρινε όχι μόνο τα αποτελέσματα των μαχών του Ανατολικού Μετώπου, αλλά τη συνολική έκβαση του Πολέμου. Από εκείνο το σημείο και έπειτα ο Κόκκινος Στρατός, απέκτησε την πρωτοβουλία των στρατιωτικών επιχειρήσεων και δεν την έχασε μέχρι το τέλος του πολέμου. Ηταν εκείνο το σημείο καμπής, που άλλαξε τη ροή του πολέμου. Δεν έδωσε «φτερά» μόνο στα συμμαχικά στρατεύματα, αλλά και στο σύνολο των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων που δρούσαν στις κατεχόμενες από τη χιτλερική Γερμανία χώρες.

Για ποιο λόγο, όμως, η μάχη του Στάλινγκραντ, ήταν τόσο κρίσιμη; Ποιος ήταν ο στόχος των χιτλερικών και γιατί χτύπησαν με τόση σφοδρότητα στο μέτωπο του Βόλγα και κύρια στο Στάλινγκραντ; Ποια ήταν η στάση των Δυτικών συμμάχων, της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ, στη διάρκεια αυτής της μάχης; Ποιος ήταν ο συσχετισμός δυνάμεων και γιατί όλοι μιλάνε για μια «απίστευτη νίκη» του Κόκκινου Στρατού; Ποιος ήταν ο ρόλος του ηρωικού Μπολσεβίκικου Κόμματος στη νίκη; Ποιο ήταν το αντίκτυπο της νίκης στο Στάλινγκραντ;

Σήμερα, οι απαντήσεις αυτές, έχουν ξεχωριστή σημασία. Δεν είναι τυχαίο ότι η άρχουσα τάξη και οι πολιτικοί εκφραστές της, σε μια προσπάθεια να ξαναγράψουν την Ιστορία και ασκώντας γκεμπελικού τύπου προπαγάνδα, επιχειρούν να εξισώσουν το Σοσιαλισμό που γνώρισαν οι λαοί με μια μορφή της δικτατορίας των μονοπωλίων, την πιο αδυσώπητη, το φασισμό και το ναζισμό. Θέλουν να ξεχάσει ο κόσμος, ειδικά να μη μάθουν ποτέ οι νέοι άνθρωποι, ότι και τότε στόχος όλων των καπιταλιστικών δυνάμεων ήταν η Σοβιετική Ενωση και αυτή ήθελαν να εξαφανίσουν από προσώπου Γης. Μια χώρα που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην έκβαση του πολέμου μαζί με τα λαϊκά απελευθερωτικά κινήματα στις κατεχόμενες από τον ιμπεριαλιστικό συνασπισμό του φασιστικού άξονα χώρες. Μα αυτή η άτιμη προπαγάνδα γίνεται για έναν ακόμη λόγο: Η λήξη του πολέμου συνοδεύτηκε από το άνοιγμα του δρόμου για το πέρασμα στο σοσιαλισμό μιας σειράς χωρών της Ευρώπης και της Ασίας.

Αυτό ο διεθνής ιμπεριαλισμός δεν μπόρεσε ποτέ να το ανεχτεί. Ηταν καρφί στο μάτι του, αλλά, πάνω απ’ όλα, το διεθνές σοσιαλιστικό σύστημα, ως αποτέλεσμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελούσε το αντίπαλο δέος στο διεθνή καπιταλισμό, ήταν το καθοριστικό εμπόδιο στην εκμεταλλευτική δράση του, στα πολεμοκάπηλα σχέδιά του. Αυτή η πραγματικότητα όξυνε την ταξική πάλη σε παγκόσμιο επίπεδο ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό.

Στο έδαφος αυτής της διαπάλης, δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει, να γίνεται αντικείμενό της και η Ιστορία. Η διαπάλη αυτή στις μέρες μας οξύνθηκε ακόμη περισσότερο, μετά την αντεπανάσταση και την προσωρινή ήττα του σοσιαλισμού. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η επέτειος της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών αποτελεί ένα πεδίο ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης που έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Και που ως περιεχόμενό του μπορεί να έχει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά στο βάθος αυτής της διαπάλης, μέσα από τη διαστρέβλωση και παρερμηνεία της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, τους πολιτικούς τους εκφραστές και τα ιδεολογικά και προπαγανδιστικά τους επιτελεία, που επιδιώκουν να ξαναγράψουν την Ιστορία στα μέτρα τους, βρίσκεται η πιο επικίνδυνη επιθετική προπαγάνδα. Που επιδιώκει να καταστρέψει την ιστορική μνήμη για το τότε, αλλά κυρίως βλέπει στο σήμερα και το αύριο, με σκοπό τη διαιώνιση του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος. Και χτυπά στις λαϊκές συνειδήσεις και ιδιαίτερα τη συνείδηση στις νεότερες γενιές, εκείνες που δεν έχουν άμεση ιστορική μνήμη ή ιστορική γνώση για τα γεγονότα και την ιστορία εκείνης της περιόδου, προκειμένου να «σκοτώσει» τη δύναμη της ανατρεπτικής πάλης των λαών για το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, ακριβώς επειδή η γνώση της Ιστορίας είναι πηγή ταξικής πολιτικής αφύπνισης για την εργατική τάξη, τους λαούς γενικότερα. «Μετά τη νίκη της αντεπανάστασης στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες (1989-1991), ξεκίνησε μια πιο συντονισμένη παγκόσμια προσπάθεια αναθεώρησης της Ιστορίας του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ενταγμένη σε γενικότερο σχεδιασμό ιδεολογικής επίθεσης που διαρκεί.

Επιχειρεί να μειώσει ή και να σβήσει την προσφορά του Κομμουνιστικού Κινήματος στους λαούς όλου του κόσμου. Επιδιώκει να δηλητηριάσει τη συνείδηση των νεότερων γενεών, να τις καταστήσει ευάλωτες στη μαύρη προπαγάνδα. Να χειραγωγήσει μαζικά τις νεότερες γενιές στα σημερινά εγκλήματα της ιμπεριαλιστικής τάξης. Κυρίως, αποτελεί παγκόσμια ιδεολογική και πολιτική δράση των δυνάμεων του κεφαλαίου, προκειμένου να υψωθούν απέραστα τείχη, για να μη βγει ο κόσμος από το πισωγύρισμα όπου τον έφερε η αντεπανάσταση του 1989-1991.

Τα «κέντρα» της «αναθεώρησης της Ιστορίας» συγκαλύπτουν συνειδητά ότι οι άδικοι πόλεμοι ξεπηδούν από τη φλέβα του καπιταλιστικού συστήματος. Οτι δεν οφείλονται σε κάποιους μανιακούς, όπως διάφοροι παρουσιάζουν τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι. Οι πόλεμοι γίνονται, επειδή υπάρχει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Ταυτόχρονα, αποσιωπούν το γεγονός ότι η ΕΣΣΔ κατέβαλε μεγάλες και πολύχρονες προσπάθειες για να αποσοβηθεί η πολεμική έκρηξη. Οτι ακολουθούσε με συνέπεια πολιτική ειρήνης, επειδή μόνο απ’ αυτήν είχε συμφέρον για να οικοδομηθεί η σοσιαλιστική κοινωνία. Εχοντας καταργήσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, είχε καταργήσει και το κίνητρο της συμμετοχής στο μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα του κόσμου. Η Σοβιετική Ενωση υποχρεώθηκε να διεξαγάγει έναν πόλεμο που προκάλεσε ο ιμπεριαλισμός και που η ίδια, βεβαίως, δεν τον ήθελε.

Η Σοβιετική Ενωση διεξήγαγε έναν πόλεμο δίκαιο. Το γεγονός ότι επιδίωξε και βοήθησε να αξιοποιήσουν λαϊκά αντιστασιακά κινήματα την ήττα του «Αξονα», για να ανοίξουν δρόμο προς τα εμπρός, πρέπει να υπολογιστεί στη θετική στάση της προς όφελος των λαών. Κι εξάλλου οι λαοί υπέφεραν από το σύνολο των καπιταλιστικών κρατών, των εμπρηστών του πολέμου.

Κρύβουν επίσης επιμελώς ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αναθέρμανε τις ελπίδες των αντεπαναστατικών δυνάμεων στη Σοβιετική Ενωση. Τον είδαν ως τη μεγάλη ευκαιρία για την παλινόρθωση του καπιταλισμού και συμμάχησαν με τους Γερμανούς.

Τα αντικομμουνιστικά «κέντρα» ονοματίζουν σήμερα την Αντίσταση τρομοκρατία! Εμφανίζουν ως σφαγές αμάχων την παραδειγματική τιμωρία των «δοσίλογων». Και εντοπίζουν, ως βασική αιτία της δημιουργίας οργανώσεων τύπου «Ταγμάτων Ασφαλείας» και της συνεργασίας με τους κατακτητές, την ανάγκη «αθώων να προστατευτούν από το αιματηρό όργιο που εξαπέλυσαν εναντίον τους οι κομμουνιστές»!

Αντιστρέφουν πλήρως την πραγματικότητα. Γιατί δεν είναι μόνο οι δυνάμεις του «Αξονα» που διέπραξαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Είναι και οι κυβερνήσεις των «δημοκρατικών» ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Από τα πιο χαρακτηριστικά εγκλήματα των ΗΠΑ – Βρετανίας ήταν ο βομβαρδισμός της Δρέσδης (13 προς 14 Φλεβάρη 1945), στη διάρκεια του οποίου η πόλη μεταμορφώθηκε σε σωρούς ερειπίων, χάθηκαν πάνω από 120.000 άνθρωποι και καταστράφηκε ανυπολόγιστης αξίας πολιτιστικός πλούτος. Κι αυτό, παρότι ο βομβαρδισμός της Δρέσδης δεν είχε στρατιωτική σημασία. Ενώ σήμερα δε λείπουν και εκείνοι που ισχυρίζονται ότι η Δρέσδη βομβαρδίστηκε μετά από απαίτηση του Στάλιν!! Ομως, τα εργοστάσια της Γερμανίας, όπου οι ΗΠΑ είχαν επενδύσεις, παρέμειναν άθικτα…

Τα νέα στοιχεία που έρχονται στο φως, επιβεβαιωμένα και από αστούς ιστοριογράφους, αποδείχνουν ότι αποτελεί ταξική υπέρ του ιμπεριαλισμού προπαγάνδα ο ισχυρισμός των «αναθεωρητών της Ιστορίας» και των οπορτουνιστών πως ο σοβιετικός λαός έδρασε στον πόλεμο υπό την πίεση ενός συγκεντρωτικού και αυταρχικού πολιτικού συστήματος.

Τέτοια έκρηξη αυτενέργειας, όπως εκείνη που έδειξε το μεγαλύτερο τμήμα του σοβιετικού λαού, τέτοια προσήλωση στο στόχο και συνειδητή πειθαρχία δεν μπορούν να υπάρξουν σε συνθήκες τρόμου σε βάρος του λαού. Αλλά και τέτοιας έκτασης και βάθους γιγάντιες στρατιωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτές που διεξήγαγε ο Κόκκινος Στρατός, ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν δίχως την αυτονομία στη δράση και την ελεύθερη επιλογή από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς ιθύνοντες κάθε χώρου.

Αυτή η πραγματικότητα δεν κατασκευάζεται με «ιδεολογικές παρωπίδες της ψυχροπολεμικής εποχής», όπως υποστηρίζουν οι «αναθεωρητές». Είναι η πραγματικότητα, που μόνο η ιδεολογική «παγκοσμιοποιημένη» σκοπιμότητα του κεφαλαίου μπορεί να αγνοεί.

Οι ταξικές κοινωνικές αντιθέσεις υπάρχουν αντικειμενικά, είναι ασυμφιλίωτες και καμιά εκστρατεία για την εμπέδωση της «ταξικής συνεργασίας» δεν είναι σε θέση να τις εξαφανίσει. Η προσπάθεια να κατασυκοφαντηθεί η ταξική πάλη και οι αξίες της θα πέσει στο κενό.

Από αυτή την άποψη, δεν αντέχει στην κριτική μια από τις βασικές μεθοδολογικές αρχές των «αναθεωρητών» της Ιστορίας να «εξηγήσουν» τα ιστορικά γεγονότα με τον εξορκισμό της πάλης των τάξεων, που την ονοματίζουν ξεπερασμένη, μετά την κορύφωση των αντεπαναστατικών εξελίξεων του 1989-1991. Κρύβουν, και με αυτόν τον τρόπο, ότι στο όνομα της αντικειμενικότητας, που την υπηρετεί δήθεν η αταξική θεώρηση των πραγμάτων, υπηρετούν οι ίδιοι την αστική πολιτική.

Σήμερα, στα κράτη της καπιταλιστικής παλινόρθωσης της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, η ιδεολογική και πολιτική τρομοκρατία εκφράζεται με την αναστήλωση των χιτλερικών συμβόλων, τις διώξεις κομμουνιστών, τις διακρίσεις σε βάρος τους…

Εξέχοντα ρόλο στο σβήσιμο της ιστορικής μνήμης παίζει η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ). Πρωτοστατώντας στην αντικομμουνιστική υστερία, καθιέρωσε την 9η Μάη ως «Μέρα της Ευρώπης», απαλείφοντας τη «Μέρα της Νίκης των λαών»! όπως και την 23η Αυγούστου ως μέρα κατά των «ολοκληρωτισμών», του «φασισμού και του κομμουνισμού»..!

Η ανάρτηση της κόκκινης σημαίας στο Ράιχσταγκ, γενικά ο ρόλος της Σοβιετικής Ενωσης συνεχίζουν να είναι καρφί στο μάτι του ιμπεριαλισμού. Καθόλου τυχαίο ότι η εκδίωξη των γερμανικών στρατευμάτων από τον Κόκκινο Στρατό και η απελευθέρωση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης ονοματίζεται από τους «αναθεωρητές» κατοχή! Στη Γερμανία και στην Αυστρία οι λιποτάκτες του γερμανικού στρατού, που αυτομόλησαν στους αντιπάλους, κυρίως στο Σοβιετικό Στρατό, ουσιαστικά θεωρούνται «εθνική ντροπή»! Φασίστες αποκαθίστανται υλικά και ηθικά ως «εθνικοί ήρωες»!

Καμία πλαστογραφία δε θα σβήσει τις εποποιίες: Του Στάλινγκραντ, του Λένινγκραντ, της Μόσχας, του Κουρσκ, της Σεβαστούπολης, όλων των ηρωίδων πόλεων. Των μικρότερων και μεγάλων μαχών του Κόκκινου Στρατού, του Κόκκινου Ναυτικού, της Κόκκινης Αεροπορίας, των παρτιζάνων στα μετόπισθεν, τον απίστευτο ηρωισμό εκατομμυρίων. Των οικοδόμων του σοσιαλισμού, που μετέφεραν στα ενδότερα της Σοβιετικής Ενωσης χιλιάδες εργοστάσια και επιχειρήσεις των δυτικών περιοχών, για να συνεχιστεί η παραγωγή. Των οικοδόμων του σοσιαλισμού, που, μεσούντος του πολέμου, έχτιζαν από την αρχή τις ερειπωμένες περιοχές, όταν οι γερμανικές στρατιές τις εγκατέλειπαν νικημένες.

Πριν, όμως, φτάσουμε στη μάχη του Στάλινγκραντ, ας δούμε συνοπτικά πώς «γεννήθηκε» ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Read the rest of this entry »

 
Leave a comment

Posted by on February 27, 2012 in Στάλινγκραντ

 

Η μάχη του Στάλινγκραντ

  • Η συντριβή των Ναζί στην πόλη, το 1943, σηματοδότησε την αλλαγή ισορροπιώνστον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 67 χρόνια πριν

Tου Βαϊου Καλογρηα*

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ξεχώρισε η πολεμική αναμέτρηση ανάμεσα στην εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και τη Σοβιετική Ενωση. Η γερμανική επίθεση στις 22 Ιουνίου 1941 («Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα») εγκαινίασε την ιδεολογική φάση του πολέμου, αφού οι κεντρικοί στόχοι του Χίτλερ, όπως είχαν διατυπωθεί άλλωστε στο διαβόητο βιβλίο του «Μάιν Καμπφ» (Ο Αγών μου), ήταν η κατάκτηση του πολυπόθητου «ζωτικού χώρου» στην ανατολή (μέχρι τα Ουράλια και τον Καύκασο), η εξόντωση, ο ξεριζωμός ή η μετατροπή σε σκλάβων των «Σλάβων υπανθρώπων», η μαζική εγκατάσταση Γερμανών αγροτών στη χερσόνησο της Κριμαίας και τη νότια Ουκρανία και ο περιορισμός των «απολίτιστων ρωσικών μαζών» στην Ασία. Η στρατιωτική και πολιτική συντριβή του «διεφθαρμένου», υποτίθεται, σοβιετικού καθεστώτος θα εξανάγκαζε, σύμφωνα με τον Χίτλερ, τη Μεγάλη Βρετανία να συνθηκολογήσει και θα εξασφάλιζε τη μελλοντική, δίχως όρια, κυριαρχία της «γερμανικής φυλής» στη «γηραιά ήπειρο».

Ο αγώνας κατά του «εβραιομπολσεβικισμού», επομένως, θα διέφερε ριζικά από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που είχε διεξαγάγει έως τότε η Βέρμαχτ στη Δυτική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Η διαταγή για την εκτέλεση των πολιτικών κομισαρίων του Κόκκινου Στρατού ήταν χαρακτηριστική. Η αποτυχία της κατάληψης της Μόσχας έκανε ωστόσο φανερό ότι η προφητεία του «Φύρερ» για συντριβή της Σοβιετικής Ενωσης πριν από τον χειμώνα δεν θα εκπληρωνόταν. Το φθινόπωρο του 1941 η Βέρμαχτ είχε κυριέψει μεγάλα τμήματα της Ουκρανίας (εκτός των άλλων και το Κίεβο), όμως οι Σοβιετικοί διέθεταν σημαντικές εφεδρείες και ο δριμύς ρωσικός χειμώνας έκανε απαγορευτική κάθε σκέψη για νέα γερμανική επίθεση – προς οποιαδήποτε κατεύθυνση. Το επόμενο έτος θα διεξαγόταν όμως μια από τις φονικότερες μάχες στην ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία θα έκρινε σε αποφασιστικό βαθμό τη σύγκρουση μεταξύ δύο διαφορετικών κόσμων και θα αποκτούσε τεράστια συμβολική σημασία: η μάχη του Στάλινγκραντ.

  • Μια επιχείρηση με πολλαπλή στρατηγική σημασία

Την άνοιξη του 1942 οι Γερμανοί ετοιμάστηκαν για μια νέα καλοκαιρινή επιχείρηση, με σκοπό την κατάληψη των πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου στον Καύκασο (Γκρόσνυ, Μπακού), ο έλεγχος των οποίων θα εξασφάλιζε την απρόσκοπτη συνέχιση του πολέμου. Για να έχει την άμεση εποπτεία της επιχείρησης, ο Χίτλερ μετέφερε στις 16 Ιουλίου το στρατηγείο του («Βέρβολφ») στην περιοχή της Βύνιτσα στην Ουκρανία και ανέλαβε προσωπικά την ανώτατη στρατιωτική διοίκηση. Μετά τον χωρισμό της «Ομάδας Στρατιάς Νότου» στη βόρεια «Ομάδα Στρατιάς Α» και στη νότια «Ομάδα Στρατιάς Β» διέταξε την πρώτη από τις δύο ομάδες να διαλύσει τις εχθρικές δυνάμεις στο Ρόστοβ του Ντον, να κατευθυνθεί έπειτα στον Καύκασο, να καταλάβει την ανατολική ακτή της Μαύρης Θάλασσας και να προελάσει μέχρι την Τσετσενία και το Μπακού στην Κασπία Θάλασσα. Η δεύτερη από τις δύο ομάδες έλαβε την εντολή να κυριεύσει το Στάλινγκραντ και να διεισδύσει μέσω του Αστραχάν στον κάτω Βόλγα. Η διάσπαση της «Ομάδας Στρατιάς Νότου», σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη έναρξη των δύο επιχειρήσεων και την αποδέσμευση Μεραρχιών για την υποστήριξη της γερμανικής επίθεσης στο Λένινγκραντ, φανέρωνε τη διαρκή υποτίμηση της μαχητικότητας του Κόκκινου Στρατού από τον Γερμανό δικτάτορα.

Η επονομαζόμενη «Επιχείρηση Μπλε» ξεκίνησε με την επίθεση της «Ομάδας Στρατιάς Α» υπό τη διοίκηση του στρατηγού Εβαλντ φον Κλάιστ στην Κριμαία, που οδήγησε στην πτώση της Σεβαστούπολης και στην αιχμαλωσία πολλών χιλιάδων Σοβιετικών στρατιωτών. Στο Στάλινγκραντ, όμως, έμελλε να ταφούν τα γερμανικά όνειρα για κυριαρχία στην ανατολή. Η πόλη αυτή (450.000 κάτοικοι) είχε δεσπόζουσα στρατηγική σημασία, τόσο για τους Γερμανούς όσο και για τους Σοβιετικούς. Ηταν σπουδαίο βιομηχανικό κέντρο στις όχθες του Βόλγα και βασική εμπορική οδός από και προς τον Καύκασο. Επίσης έφερε το όνομα του μισητού εχθρού του «Φύρερ», γεγονός που θα έδινε στην αντιπαράθεση μια ιδιαίτερη προσωπική νότα. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι διαταγές τόσο του Χίτλερ όσο και του πρώην συμμάχου του, Στάλιν, απέκλειαν ρητά κάθε σκέψη υποχώρησης.

Την επιχείρηση για την κατάληψη του Στάλινγκραντ ανέλαβε στις 23 Ιουλίου 1942 ο διοικητής της 6ης Στρατιάς της «Ομάδας Στρατιάς Β» στρατηγός Φρίντριχ φον Πάουλους (δεδηλωμένος θαυμαστής της «στρατιωτικής ιδιοφυΐας» του Χίτλερ), με την υποστήριξη μονάδων της 4ης Στρατιάς Τεθωρακισμένων υπό τον στρατηγό Χέρμαν Χοτ. Ας σημειωθεί ότι στην επιχείρηση συμμετείχαν στο πλευρό των Γερμανών ρουμανικά, ιταλικά και ουγγρικά στρατεύματα. Την υπεράσπιση της πόλης ανέλαβε η 62η Στρατιά του Κόκκινου Στρατού υπό έναν επαγγελματία αξιωματικό, τον στρατηγό Βασίλη Τσούικωφ. Ο τελευταίος είχε θεωρηθεί από τη σοβιετική ηγεσία υπεύθυνος για την ήττα της 9ης Στρατιάς στον πόλεμο κατά της Φινλανδίας και είχε πέσει σε δυσμένεια. Τώρα θα του δινόταν η ευκαιρία να αποκαταστήσει το στρατιωτικό του κύρος. Μια από τις πρώτες ενέργειές του ήταν να διατάξει ένοπλα τμήματα της μυστικής αστυνομίας (NKWD), να συλλαμβάνουν και να εκτελούν χωρίς καθυστέρηση κάθε Σοβιετικό λιποτάκτη.

  • Η πολιορκία

Στις 23 Αυγούστου 1942 ξεκίνησε ο ανελέητος βομβαρδισμός του Στάλινγκραντ, αρχικά από τη γερμανική αεροπορία, προκαλώντας ανυπολόγιστες υλικές καταστροφές με πολλά θύματα. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Στάλιν επέτρεψε στον άμαχο πληθυσμό να εγκαταλείψει την πόλη που μεταβαλλόταν γοργά σε σωρούς ερειπίων. Στις 12 Σεπτεμβρίου τα στρατεύματα του φον Πάουλους εισέβαλαν στο Στάλινγκραντ· την ίδια κιόλας ημέρα ο επικεφαλής της 6ης Στρατιάς συνάντησε τον αρχηγό του Γ΄ Ράιχ και τον διαβεβαίωσε ότι η κατάληψη της πόλης θα ολοκληρωνόταν σε λίγες εβδομάδες. Η τύχη του σοβιετικού πληθυσμού ήταν προδιαγεγραμμένη. Ο Χίτλερ είχε ήδη αποφασίσει την εξόντωση όλων των ανδρών και τον εκτοπισμό γυναικών και παιδιών.

Μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 1942, οι στρατιώτες του φον Πάουλους είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης, γεγονός που οδήγησε τον Χίτλερ να δηλώσει δημόσια ότι επίκειται η πτώση του Στάλινγκραντ. Παρά τις συστάσεις του φον Πάουλους και άλλων ανώτερων στρατηγών, να διατάξει την υποχώρηση, επειδή ήθελαν να αποφύγουν την εμπλοκή του γερμανικού στρατού σε μάχες από σπίτι σε σπίτι, ο Χίτλερ αποφάσισε στις 6 Οκτωβρίου τη συνέχιση της πολιορκίας, υποκύπτοντας στο δέλεαρ της κατάκτησης της πόλης-συμβόλου της σοβιετικής αντίστασης. Οι αμείωτες επιθέσεις της γερμανικής αεροπορίας και του βαρέος πυροβολικού στη «σοβιετική ζώνη» του Στάλινγκραντ δεν απέδωσαν όμως τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς τα ερείπια και τα χαλάσματα πρόσφεραν στους αμυνόμενους ιδανικές εστίες οχύρωσης, που με την υποστήριξη ελεύθερων σκοπευτών και την τοποθέτηση χιλιάδων ναρκών σε διάφορα οδικά σημεία, γίνονταν απροσπέλαστα. Για τους Γερμανούς στρατιώτες οι μάχες σώμα με σώμα, χειροβομβίδα με χειροβομβίδα, ήταν πλέον αναπόφευκτες. Οι Σοβιετικοί μετέβαλλαν υπόγεια και μισογκρεμισμένα κτίρια σε απόρθητα φρούρια, η κατάκτηση των οποίων από τους Γερμανούς προϋπέθετε υψηλό κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Το ηθικό των ανδρών της Βέρμαχτ άρχισε να φθίνει, όπως μαρτυρούν αρκετές επιστολές προς τις οικογένειές τους. Στο αντίπαλο στρατόπεδο διαφαινόταν τώρα ένα κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας, το οποίο ενισχύθηκε ύστερα από την προώθηση ξεκούραστων και καλά εξοπλισμένων δυνάμεων.

  • Οι Σοβιετικοί συντρίβουν τους Γερμανούς

Στις αρχές Νοεμβρίου 1942 πάνω από ένα εκατομμύριο Σοβιετικοί στρατιώτες ήταν έτοιμοι να προσβάλουν μαζικά τις εχθρικές θέσεις. Η σοβιετική αντεπίθεση εκδηλώθηκε στις 19 Νοεμβρίου σε ένα αδύναμο σημείο των ρουμανικών γραμμών στα μετόπισθεν, 150 χλμ. δυτικά του Στάλινγκραντ. Η σοβιετική πλευρά εκμεταλλεύθηκε το ολέθριο σφάλμα του διοικητή της Ομάδας Στρατιάς Β΄, αντιστράτηγου Μαξιμίλιαν φον Βάιχς, να συγκεντρώσει τις γερμανικές δυνάμεις για την υποστήριξη των επιχειρήσεων του Φον Πάουλους στο Στάλινγκραντ. Τα ρουμανικά στρατεύματα αιφνιδιάστηκαν και τράπηκαν σε φυγή, ενώ η καθυστέρηση του Φον Πάουλους να αποστείλει βοήθεια αποδείχθηκε καθοριστική. Οι Σοβιετικοί διέσπασαν και τις γερμανικές γραμμές, με αποτέλεσμα να απωθηθούν τα γερμανικά στρατεύματα προς το Στάλινγκραντ. Οι Γερμανοί αξιωματικοί δεν είχαν προβλέψει μια επίθεση τέτοιας ισχύος και άργησαν να αντιληφθούν ότι επρόκειτο για μια κλασική κίνηση περικύκλωσης. Οι δυνάμεις του Φον Πάουλους (20 μεραρχίες από τις οποίες οι 6 μηχανοκίνητες) αποκόπηκαν έτσι από τα μετόπισθεν. Κάθε σκέψη διαφυγής αποκλείστηκε εξαρχής, αφού κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με υποχώρηση και «προδοσία».

Μετά την αποτυχία της επιχείρησης για την απελευθέρωση των Γερμανών εγκλωβισμένων και του ανεφοδιασμού τους μέσω της αερογέφυρας που έστησε ο Γκέρινγκ, οι πολιορκητές μετεβλήθησαν σε πολιορκημένους. Η απώλεια του τελευταίου αεροδρομίου που ήλεγχαν στις 16 Ιανουαρίου 1943 ήταν καίριο πλήγμα. Θαμμένοι κυριολεκτικά κάτω από τα ερείπια, έκαναν οικονομία σε σφαίρες και τρόφιμα ακούγοντας στο ραδιόφωνο ψυχαγωγικές εκπομπές από τη Γερμανία και χάνοντας κάθε ελπίδα να ξαναδούν τις οικογένειες και τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Ο βαρύς ρωσικός χειμώνας επέτεινε τις κακουχίες και την εξάντλησή τους. Στις 28 Ιανουαρίου διατάχθηκαν να αφήσουν τους άρρωστους και τους τραυματίες στην τύχη τους. Η εθνικοσοσιαλιστική ηγεσία επιφύλαξε κατ’ αυτόν τον τρόπο στους στρατιώτες της τη μοίρα που προόριζε για τους «Σλάβους υπανθρώπους», ενώ η επίσημη προπαγάνδα εξυμνούσε τον ηρωισμό των μαχητών του Στάλινγκραντ. Στις 30 Ιανουαρίου ο Γκέρινγκ συνέκρινε σε μια ομιλία του, που μεταδόθηκε ραδιοφωνικά, τον αγώνα της 6ης Στρατιάς με την αντίσταση των Σπαρτιατών στο στενό των Θερμοπυλών κατά των Περσών. Η σύγκριση αυτή δεν έγινε τυχαία, αφού η γερμανική προπαγάνδα θα τόνιζε στο εξής την υπεράσπιση του ευρωπαϊκού πολιτισμού από τις «ορδές των μπολσεβίκων».

Μία ημέρα μετά την ομιλία του Γκέρινγκ, ο Φον Πάουλους και οι άνδρες του συνθηκολόγησαν στο νότιο τμήμα του Στάλινγκραντ. Επρόκειτο για τον πιο υψηλόβαθμο αξιωματικό της Βέρμαχτ που έπεφτε σε σοβιετικά χέρια. Την ίδια ημέρα μάλιστα είχε προαχθεί από τον Χίτλερ στον βαθμό του στρατάρχη· μια έμμεση εντολή να αυτοκτονήσει. Στις 2 Φεβρουαρίου παραδόθηκαν και τα τελευταία υπολείμματα της 6ης Στρατιάς στο βόρειο τμήμα. Συνολικά πάνω από 200.000 Γερμανοί έχασαν τη ζωή τους και 235.000 Γερμανοί και σύμμαχοι στρατιώτες αιχμαλωτίστηκαν. Οι τελευταίοι 91.000 αιχμάλωτοι στάλθηκαν σε στρατόπεδα αιχμαλώτων. Μέχρι τα μέσα Απριλίου είχαν πεθάνει 55.000 από τις κακουχίες. Οι Σοβιετικοί δεν ήταν προετοιμασμένοι για να υποδεχθούν έναν τόσο μεγάλο αριθμό αιχμαλώτων. Τελικά, περίπου 5.000 Γερμανοί αιχμάλωτοι θα έβλεπαν πάλι την πατρίδα τους. Κάποιοι θα παρέμεναν για αρκετά χρόνια όμηροι των γκουλάγκ. Οι σοβιετικές απώλειες ήταν υπέρτερες των γερμανικών – όχι όμως δυσαναπλήρωτες.

Η μάχη του Στάλινγκραντ αποτέλεσε σημείο καμπής στην πορεία του πολέμου. Θεωρήθηκε και ήταν προανάκρουσμα της στρατιωτικής συντριβής του Γ΄ Ράιχ, αλλά και της απελευθέρωσης (ή της κατάκτησης) της ανατολικής Ευρώπης από τον Κόκκινο Στρατό. Ο μύθος της ανίκητης Βέρμαχτ είχε τρωθεί ανεπανόρθωτα και το ηθικό των αντιστασιακών κινημάτων, ιδίως των κομμουνιστικών, στις κατεχόμενες από τον Αξονα χώρες αναπτερώθηκε. Οι μυστικές υπηρεσίες του Ράιχ διαπίστωναν από την πλευρά τους ότι η πίστη του γερμανικού λαού στον φύρερ είχε κλονιστεί. Ισχυρή επίδραση άσκησε το μέγεθος της ήττας και σε στρατιωτικούς κύκλους. Ορισμένοι αξιωματικοί αντιλήφθηκαν το μάταιο της συνέχισης του πολέμου και συνέδραμαν τη συνωμοτική κίνηση που κατέληξε στην «απόπειρα της 20ής Ιουλίου». Στην προσπάθειά του να εμψυχώσει τον γερμανικό λαό, ο Γκέμπελς διακήρυξε στις 18 Φεβρουαρίου τον «ολοκληρωτικό πόλεμο». Περίπου δύο χρόνια αργότερα, οι οδομαχίες του Στάλινγκραντ θα επαναλαμβάνονταν στο Βερολίνο…

* Ο κ. Βάιος Καλογρηάς είναι διδάκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου Μάιντς Γερμανίας.

  • Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 24 Oκτωβρίου 2010
 
Leave a comment

Posted by on October 24, 2010 in Στάλινγκραντ